Στρυμόνιον

Στρυμόνιον
Στρυμόνιος
the Strymon
masc acc sg
Στρυμόνιος
the Strymon
neut nom/voc/acc sg
Στρυμών
the Strymon
masc acc sg
Στρυμών
the Strymon
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Μίεζα — Αρχαία πόλη της Μακεδονίας. Πληροφορίες για τη Μ. παρέχει κυρίως ο λεξικογράφος Στέφανος Βυζάντιος, τις οποίες αντλεί από τον ιστορικό Θεαγένη. Παλαιότερα, αναφέρει, ονομαζόταν Στρυμόνιον και πήρε τη νέα της ονομασία από τη Μ., κόρη του βασιλιά… …   Dictionary of Greek

  • Νάουσα — I Πόλη (29.870 κάτ.) του νομού Ημαθίας, έδρα του ομώνυμου δήμου (22 637 κάτ.). Είναι χτισμένη στις ανατολικές υπώρειες του Βερμίου κάτω από την κορυφή Ντούρλια (2027 μ.), σε μέσο υψόμετρο 330 μ., δεσπόζει της μεγάλης πεδιάδας της Ημαθίας,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”